Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ζωή. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ζωή. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 10 Μαΐου 2014

"Make love not war"

Πολλά θα μπορούσε να γράψει κάποιος για την προαναφερθείσα δήλωση αλλά εν έχω πρόθεση τούτην τη στιγμή να γράψω έκθεση ιδεών. Το ότι όμως εν πολλά επίκαρη η φράση με τούτα ούλλα που συμβαίνουν γυρω μας εν εξόφθαλμα φανερό.

Έβλεπα που λέτε σήμερα τα Euronews τζιαι τζιαμέ που άρχισα να αγανακτώ με τις σκηνές βίας, πυροβολισμών, βανδαλισμών και λοιπών βιαιοπραγιών ανά την υφήλιο, σκάζει μύτη μια διαφήμιση. Ο τίτλος αυτής "Make love not war" και το αποτέλεσμα ομολογουμένως άκρως συγκινητικό.

Δείτε την τζιαι πείτε μου τη γνώμη σας



                                    

Πέμπτη 10 Οκτωβρίου 2013

Περί έρωτος...

Καθώς διάβαζα σήμερα ένα άρθρο στην ηλεκτρονική έκδοση της εφημερίδας lifo, έπεσα τυχαία σ'αυτή τη φράση που όπως πληροφορήθηκα λίγες γραμμές πιο κάτω είπε ο Charlie Chaplin σε μια επιστολή προς την κόρη του. Επειδή ένιωσα εκείνo που πολύ παραστατικά αποδίδει η αγγλική φράση "I couldn't agree more" , θέλησα να το γράψω εδώ... Η φράση λοιπόν ήταν:
 
 "Your naked body should only belong to those who fall in love with your naked soul"

Χίλια likes!
“Your naked body should only belong to those who fall in love with your naked soul.” Πηγή: www.lifo.gr Your naked body should only belong to those who fall in love with your naked soul
“Your naked body should only belong to those who fall in love with your naked soul.” Πηγή: www.lifo.gr

Πέμπτη 25 Απριλίου 2013

Θέλω να μου χαρίσεις κάτι...

Επειδή κάποια πράγματα στη ζωή είναι σπάνια και ανεκτίμητης αξίας... Επειδή οι άνθρωποι που αγαπούμε και αγαπιόμαστε απ'αυτούς είναι ο λόγος που κάνει τη ζωή να φαντάζει υποφερτή και ωραία. Επειδή τα γεγονότα των τελευταίων βδομάδων μ'έκαναν να εκτιμήσω περισσότερο από ποτέ τους ανθρώπους που έχω δίπλα μου. Επειδή η αγάπη έχει τη δύναμη να μετακινήσει βουνά. Επειδή τα "φανταχτερά" και τα "ακριβά" δε με συγκίνησαν ποτέ. Επειδή για τους ανθρώπους που αγαπώ θα πήγαινα περπατητή ως το φεγγάρι. 

Για όλους αυτούς τους λόγους και για πολλούς ακόμα άλλους βρίσκω αυτό το ποίημα τρυφερό και συγκινητικό...


                             Θέλω να μου χαρίσεις κάτι



- Θέλω να μου χαρίσεις κάτι. 
- Ό,τι θες. 
- Ό,τι θέλω; Τ' ορκίζεσαι; 
- Στ' όρκίζομαι.
- Είναι δύσκολο.
- Δεν πειράζει.
- Είναι ακριβό.
- Δεν με νοιάζει.
- Είναι σπάνιο.
- Τόσο το καλύτερο.
- Είναι επικίνδυνο.
- Δεν φοβάμαι.
- Μπορεί να καείς άμα το πιάσεις.
- Θα γίνω νερό να σβήσω την φωτιά.
- Μπορεί να σου γλιστρήσει απ' τα χέρια και να φύγει.
- Θα το ξαναπιάσω.
- Μπορεί να πάει πολύ μακριά.
- Θα το κυνηγήσω.
- Μπορεί να χαθεί στον ουρανό.
- Θα γίνω πουλί να το ψάξω.
- Μπορεί να βυθιστεί στη θάλασσα.
- Θα γίνω αγκίστρι να το πιάσω.
- Μπορεί να πνιγεί στο σκοτάδι.
- Θα περιμένω τα χαράματα.
- Μα μπορεί να διαλυθεί ως τότε.
- Θα φέρω τ' άστρα να φωτίσουν πιο νωρίς.
- Είναι τόσο μικρό, δεν θα μπορέσεις να το πιάσεις.
- Θα ζητήσω σ' ένα μυρμήγκι να με βοηθήσει.
- Κι αν είναι μεγάλο σαν σπίτι;
- Θα φέρω γερανό.
- Κι αν είναι μεγάλο σαν βουνό;
- Θα φέρω ένα γερανό πιο μεγάλο από βουνό.
- Υπάρχει;
- Θα τον φτιάξω.
- Που ξέρεις να φτιάχνεις γερανούς;
- Δεν ξέρω.
- Τότε;
- Τότε θα μάθω.
- Από που;
- Από τα βιβλία.
- Κι αν δεν το λένε τα βιβλία;
- Θα βρω τον γέροντα που φτιάχνει γερανούς.
- Κι αν έχει πεθάνει;
- Θα βρω τον άλλον γέροντα.
- Ποιον άλλον γέροντα;
- Εκείνον που ξέρει όλα τα βότανα.
- Όλα τα βότανα;
- Όλα τα χόρτα και τα μικρά άνθη του αγρού. Ξέρει τι μάγια κρύβουν.
- Και πως θα φέρει εκείνος το βουνό;
- Όχι εκείνος, εγώ. Θα μου δώσει βότανα να πιω, να γίνω τόσο δυνατός, που θα μπορέσω να το σηκώσω το βουνό.
- Εμένα θα μπορείς να με πάρεις αγκαλιά;
- Πάντα.
- Τώρα.
- Τώρα. Έλα, τι θέλεις;
- Θέλω να μου χαρίσεις κάτι.
- Ό,τι θέλεις.
- Ό,τι, ό,τι θέλω, τ' ορκίζεσαι;
- Στ' ορκίζομαι.
- Θέλω ... θέλω κάτι που δεν υπάρχει πουθενά.
- Να το φτιάξουμε.
- Με τι;
- Με τι θέλεις;
- Δεν ξέρω.
- Να το φτιάξουμε με ξύλο καρυδιάς και χρυσά καρφιά.
- Όχι, όχι δεν είναι έτσι.
- Να το φτιάξουμε με πούπουλα και ψίχουλα, με σταγόνες και γαργαλήματα και να του βάλουμε ένα κλειδί να το κουρδίζεις.
- Όχι, όχι, δεν θέλω κλειδί.
- Γιατί;
- Μπορεί να το χάσω.
- Θα στο κρεμάσω στον λαιμό.
- Μπορεί να χαθώ κι εγώ.
- Θα έρθω να σε βρω.
- Κι αν δεν μπορείς να με βρεις;
- Θα μπορέσω.
- Κι αν είναι σκοτάδι;
- Θ' ανάψω κερί.
- Κι αν λιώσει το κερί;
- Ως τότε θα σ' έχω βρει.
- Κι αν όχι;
- Θα ψάχνω ώσπου να σε βρω.
- Πόσο θα ψάχνεις;
- ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ!
- Τι θα πει για πάντα;
- Ότι Σ' ΑΓΑΠΩ!
- Κι εγώ τι θα κάνω ώσπου να με βρεις;
- Μπορείς να κοιμηθείς.
- Που;
- Κάτω από μια μυρσινιά.
- Που έχει μυρσινιές;
- Παντού.
- Έχει και λιοντάρια παντού;
- Όχι.
- Που έχει λιοντάρια;
- Στην ζούγκλα.
- Είναι κοντά η ζούγκλα;
- Πολύ μακριά. Στην άλλη άκρη του κόσμου...
- Δεν μπορούν να έρθουν εδώ ποτέ;
- Ποτέ.
- Τ' ορκίζεσαι;
- Στ' ορκίζομαι.
- Ξέχασα τι θα πει για πάντα.
- Θα πει ότι σ' αγαπώ.
- Πόσο;
- Ως τον ουρανό.
- Ναι, ναι. Να κοιμηθώ τώρα;
- Ναι.
- Θα με πάρεις αγκαλιά;
- Ναι.
- Θέλω να μου χαρίσεις κάτι.
- Ό,τι θέλεις.
- Ό,τι, ό,τι θέλω, τ' ορκίζεσαι;
- Ναι.


                                                              Ανθή Δοξιάδη

Σάββατο 9 Μαρτίου 2013

Το δέντρο που έδινε... Σελ Σιλβερστάιν (Αφιερωμένο σε όλες τις ψυχές που ξέρουν να δίνονται)

Μια φορά κι έναν καιρό ήταν μια μηλιά και αγαπούσε ένα αγοράκι.
Και κάθε μέρα το αγόρι θα ερχόταν και θα μάζευε τα φύλλα του και θα έφτιαχνε στέμματα παίζοντας τον βασιλιά του δάσους.
Σκαρφάλωνε στον κορμό του και τραμπαλιζόταν στα κλαδιά του και έτρωγε τα μήλα του.
Και έπαιζαν κρυφτό.
Κι όταν κουραζόταν το αγόρι πλάγιαζε στη σκιά του δέντρου.
Και το αγόρι αγαπούσε το δέντρο πάρα πολύ.
Και το δέντρο ήταν ευτυχισμένο.


Μα ο χρόνος περνούσε.
Και το αγόρι μεγάλωσε.
Και το δέντρο έμενε συχνά μόνο του.
Τότε μια μέρα το αγόρι ήρθε στο δέντρο και το δέντρο είπε «έλα, Αγόρι, έλα και σκαρφάλωσε στον κορμό μου, κάνε κούνια στα κλαδιά μου και φάε τα μήλα μου και παίξε στον ίσκιο μου και γίνε ευτυχισμένο.»
«Είμαι πολύ μεγάλο για να σκαρφαλώνω και να παίζω», απάντησε το αγόρι.
«Θέλω να αγοράζω πράγματα και να περνάω καλά. Θα ήθελα κάποια χρήματα. Μπορείς να μου δώσεις μερικά;»
«Λυπάμαι», είπε το δέντρο, «αλλά δεν έχω χρήματα. Μόνο φύλλα και μήλα έχω. Πάρε τα μήλα μου, Αγόρι, και πούλησέ τα στην πόλη. Έτσι θα κερδίσεις χρήματα και θα είσαι ευτυχισμένο.»
Και το αγόρι σκαρφάλωσε στο δέντρο και αφού μάζεψε τα μήλα του τα πήρε μαζί του.
Και το δέντρο ήταν ευτυχισμένο.

Αλλά το αγόρι έμεινε μακριά από το δέντρο για πολύ καιρό…και το δέντρο ήταν δυστυχισμένο.
Και τότε, μια μέρα, το αγόρι ήρθε πάλι πίσω και το δέντρο τραντάχτηκε από τη χαρά του και είπε
«έλα, Αγόρι, σκαρφάλωσε στον κορμό μου και τραμπαλίσου στα κλαδιά μου και γίνε ευτυχισμένο.»
«Έχω πολλές δουλειές για να σκαρφαλώνω σε δέντρα», είπε το αγόρι.
«Θέλω ένα σπίτι για να με ζεσταίνει», είπε.
«Θέλω μια γυναίκα και θέλω και παιδιά, γι” αυτό χρειάζομαι ένα σπίτι. Μπορείς εσύ να μου δώσεις ένα σπίτι;»
«Δεν έχω σπίτι να σου δώσω», απάντησε το δέντρο.
«Το δάσος είναι το σπίτι μου, αλλά μπορείς να κόψεις τα κλαδιά μου και να χτίσεις ένα σπίτι. Τότε θα είσαι ευτυχισμένος.»
Και έτσι το αγόρι έκοψε τα κλαδιά του δέντρου και τα πήρε μαζί του για να χτίσει το σπίτι του.
Και το δέντρο ήταν ευτυχισμένο.

Αλλά το αγόρι έλειψε για πολύ καιρό. Και όταν επέστρεψε, το δέντρο ήταν τόσο ευτυχισμένο που μόλις που μπορούσε να μιλήσει.
«Έλα, Αγόρι, έλα και παίξε.»
«Είμαι πολύ γέρος και θλιμμένος για να παίξω», είπε το αγόρι. «Θέλω μια βάρκα που να με πάει κάπου πολύ μακριά. Μπορείς να μου δώσεις μια βάρκα;»
«Κόψε τον κορμό μου και φτιάξε μια βάρκα» είπε το δέντρο. «Τότε θα μπορέσεις να ταξιδέψεις και να είσαι ευτυχισμένο.»
Τότε το αγόρι έκοψε τον κορμό του δέντρου και έφτιαξε μια βάρκα και ταξίδεψε μακριά.
Και το δέντρο ήταν ευτυχισμένο….αλλά όχι αληθινά.

Μετά από πολύ καιρό το αγόρι ξαναγύρισε.
«Λυπάμαι, Αγόρι, αλλά δεν έχω πια τίποτα να σου δώσω. Τα μήλα μου τέλειωσαν.»
«Τα δόντια μου είναι πολύ αδύναμα πια για μήλα», απάντησε το αγόρι.
«Τα κλαδιά μου κόπηκαν. Δε μπορείς να κάνεις κούνια σ” αυτά», είπε το δέντρο.
«Είμαι πολύ γέρος πια για να κάνω κούνια», είπε το αγόρι.
«Ο κορμός μου κόπηκε», είπε το δέντρο, «δε μπορείς να σκαρφαλώσεις»
«Είμαι πολύ κουρασμένος για να σκαρφαλώνω» , είπε το αγόρι.
«Λυπάμαι», απάντησε το δέντρο, «μακάρι να μπορούσα να σου δώσω κάτι. Αλλά δε μου έχει μείνει πια τίποτα. Είμαι μόνο ένα γερασμένο κούτσουρο. Λυπάμαι…»
«Δε χρειάζομαι πολλά πια», είπε το αγόρι, «μόνο ένα ήσυχο μέρος να καθήσω και να ξεκουραστώ. Είμαι πολύ κουρασμένος.»
«Τότε» είπε το δέντρο ισιώνοντας όσο μπορούσε τον κορμό του, «ένα παλιό κούτσουρο είναι ένα καλό μέρος να καθήσεις και να ξεκουραστείς. Έλα, Αγόρι, κάθισε. Κάθισε και ξεκουράσου.»
Και το αγόρι κάθησε και ξεκουράστηκε.
Και το δέντρο ήταν ευτυχισμένο.




Πέμπτη 7 Μαρτίου 2013

Καιρός να κάνω κάτι πια σωστό, να γράψω ένα γράμμα και σε μένα...


Η ηλεκτρονική διεύθυνση http://ohlife.com/timecapsule σας δίνει την ευκαιρία να γράψετε ένα γράμμα... στο  μελλοντικό εαυτό σας.



Σάββατο 16 Φεβρουαρίου 2013

Κύπρος, μια πετρινη γροθιά...

Από τότε που θυμούμαι τον εαυτό μου και από τότε που είχα επίγνωση ότι η Κύπρος εν μια σπιθαμή τόπος, ήμουν πολλά θυμωμένη.

 Όσοι με ξέρουν , ακούσαν με εκατοντάδες φορές να παραπονιέμαι σφοδρά ότι η Κύπρος πνίιει με, ότι εν τόσο μικρή που μπορείς να τη διασχίσεις με ένα "αψιού", ότι ούλλοι ξέρουν τους ούλλους και εν βρίσκεις ποττέ την ησυχία σου, ότι θαυμάζω και υπεραγαπώ τες μεγαλουπόλεις και τις χώρες με αχανείς εκτάσεις και είμαι απογοητευμένη που εγεννήθηκα δαμέ, ότι εν απογοητευτικό που για να βγεις εκτός συνόρων έχεις μόνο 2-3 επιλογές ότι ... ότι... ότι...

Τόσα χρόνια μουρμουρώ και παραπονιούμαι ότι η Κύπρος δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια πέτρα πεταξούμενη μες τη θάλασσα, απομονωμένη, με στενούς ορίζοντες τζιαι στενόμυαλους ανθρώπους. Κι εχτές τα είδα ούλλα!

Με το που εχάθηκε το μωρό στη Λεμεσό, τούτη η πέτρα η ξικούτσουλλη, η πεταξούμενη, η αποπνικτική έδειξε το χαρακτήρα της. Η είδηση εμεταφέρθηκε που στόμα σε στόμα γιατί ναι, ούλλοι ξέρουν τους ούλλους. Τα κινητά των κοπέλλων στη δουλειά εκτυπούσαν συνέχεια. Ούλλες κάποιον εξέραν κα κάτι εξέραν που μπορεί να είχε σχέση με την υπόθεση. Η μια μάλιστα είπεν ότι ήξερεν προσωπικά τη μάμα του μωρού, ήταν φίλες που παλιά. Και εξεκίνησεν να πάει Λεμεσό για συμπαράσταση και βοήθεια. Εσυνειδητοποίησα ότι εν ριπή οφθαλμού, άνθρωποι γνωστοί και άγνωστοι μεταξύ τους εφκύκαν μες τους δρόμους, επερνούσαν έξω που το σπίτιν της οικογένειας, εσαρώναν με το βλέμμα τους την κάθε πέτρα και το κάθε αυτοκίνητο που επέρναν που μπροστά τους για να έβρουν το μωρό...

Με το που χάθηκε το μωρό στη Λεμεσό, τα ελικόπτερα τζιαι τα αστυνομικά οχήματα εχτενίσαν τζιαι οργώσαν τούτην την σπιθαμή γης που με ένα "αψιού διασχίζεις την, χίλιες φορές σε μιαν ώρα.

Με το που εχάθηκεν το μωρό στη Λεμεσό, εστηθήκαν στο άψε σβήσε μπλόκα και περιπολίες στες 2-3 μοναδικές επιλογές διαφυγής που έχει κανένας σε τούτον τον τόπο.

Με που χάθηκεν το μωρό στη Λεμεσό, εσυνειδητοποίησα ότι τούτος ο τόπος που τόσα χρόνια υποτιμούσα τον τζιαι εχλεύαζα, εννεν απλά μια πέτρα μες τη θάλασσα. Εν μια πέτρινη γροθιά ενωμένη.  Και σαν τέτοια ξέρει να παλεύει, όταν το απαιτούν η περιστάσεις...

(Εχρειάζετουν μου τούτον το μάθημα. Κύπρος, συγγνώμη...)


Τετάρτη 13 Φεβρουαρίου 2013

Ο χαμουλιός (το πικραμένο ποστ)

Αγαπημένε μου (κι όμορφε "ξένε" μου), τούτη η ανάρτηση ενδεχομένως να έχει άμεση ή έμμεση σχέση με σένα. Δεν αποφάσισα ακόμα ποιο από τα δυο. Αποφάσισα όμως να γράψω, όχι για σένα(που έτσι κι αλλιώς δε θα δεις ποτέ τα γραφόμενά μου) αλλά για μένα.

 Αποφάσισα να μην κρατώ τούτον ούλλον το συνονθύλευμα των σκέψεων για μένα γιατί εκατάντησα κρυψίνους όπως λέει και η φίλη που μάλλον ποτέ δε συμπαθησες (μα πε μου τελικά τι δικό μου συμπάθησες, απορώ). Αποφάσισα να τα γράφω δαμέ σε τούτο το άψυχο μπλογκ για να τα φκάλλω που μέσα μου αλλά και για να μπορώ να ανατρέχω σ'αυτά στο μέλλον, όταν η ανάμνηση από το κάθετι θα αρχίσει να ξεθωριάζει...

Τούτο το ποστ εν ένα πικραμένο ποστ για όλα εκείνα που μου καταλόγιζες κατά καιρούς και για τα οποία με έκανες να νιώθω τόσο άσχημα και τόσο μειονεκτικά για τον εαυτό μου. Υποτίθεται ότι ερωτεύτηκες με και αγάπησες με, αλλά τι ακριβώς ερωτεύτηκες και αγάπησες πάνω μου ακόμα εν εκατάλαβα αφού ούλλα εφταίαν σου και ούλλα έβρισκες τα λάθος.

Τώρα θα μου πεις πού κολλά ο χαμουλιός μες τούντην ιστορία (τζιαμέ που κολλά τζι ο μισιαρός. Ρε μπας και έχω κανένα κόλλημα με τα ερπετά και δεν το κατάλαβα ακόμα;). Η πρώτη γνωριμία μου με τον χαμουλιό εσυνέβηκε στην τετάρτη δημοτικού όταν έκαμνα συλλογή με κάτι αυτοκόλλητα και ο "χαμελαίων γίγας" ήταν το πιο δυσεύρετο της σειράς. Ερώτησα ποτζεί ερώτησα ποδά τζιαι έμαθα ότι εν έναν ερπετό που αλλάσσει χρώματα/μεταλλάσσεται ανάλογα με το περιβάλλον για να προστατεύκεται τζιαι να επιβιώνει καλλύττερα. Θυμούμαι ακόμα πόση εντύπωση μου έκαμεν τούτον το πράμα. Μα γίνουνται έτσι πράματα;(εδιερωτούμουν)

Μεγαλώνοντας, εθυμούμουν τούτην την ιδιαιτερότηταν του χαμουλιού τζαι μάλιστα η "τεχνική" του εφάνταζε μου  όλο και πιο χρήσιμη. Έμαθα στη ζωή μου να είμαι ευέλικτη τζιαι να μεταλλάσομαι ανάλογα με τις περιστάσεις. Εκατάλαβα σχετικά νωρίς ότι εν ακατόρθωτο στη ζωή μου να έβρω ανθρώπους που να έχουν όλα όσα θέλω και να μην έχουν όλα όσα δε θέλω. Εσυνήθισα να αντιμετωπίζω και να αποδέχομαι τους ανθρώπους όπως αντιμετωπίζει ο χαμουλιός το περιβάλλον του. Σε ανθρώπους που ήταν αστείοι,έδειχνα την αστεία πλευρά μου, σε ανθρώπους που εθέλαν σοβαρότητα, τη σοβαρή μου. Σ'εκείνους που ήταν ανέμελοι, εσυμπεριφέρουμουν ανέμελα. Στους άλλους που ήταν σχολαστικοί και αυστηροί, εσυμπεριφέρουμουν υπεύθυνα και τυπικά. Στες φίλες μου που εθέλαν να συζητούν για τη μόδα, εμίλουν τους για τα ψώνια. Σ'εκείνες που εθέλαν να μιλούν για τη δουλειά, εμίλουν για επαγγελματικά θέματα.Εκείνες που εθέλαν να μου πουν τον πόνο τους, απλά άκουά τες.(συγγνώμη αγαπημένε μου αν ακούεται σαν να περιαυτολογώ, εννεν τούτος ο σκοπός μου)

Εσύ εν εκατάλαβες ποττέ τούτην τη συμπεριφορά μου. Εθεώρας ότι τούτα τα πράματα εν καραγκιοζιλίκια, ότι καταντώ θύμα του καθενός, ότι χάνω την προσωπικότητα μου, ότι εκμεταλλεύκουνται με οι φίλοι μου. Εσύ, που ήσουν απλά ένας ανυποχώρητος βράχος, ένας  τοίχος απροσπέλαστος για όλους και για όλα, εθεώρας ότι έχεις προσωπικότητα. Και ενευρίαζες μαζί μου που τάχα εν είχα. (Εδιερωτήθηκες όμως  ποττέ αγαπημένε μου, πώς το καλό αντέχαμε μαζί και ποιος από τους δύο επροσαρμόζετουν συνέχεια για να αντέχει τούτη η σχέση;;;;;).

Εν εκτίμησες ποττέ την προσαρμοστικότητά μου. Εν πειράζει. Έτσι κι αλλιώς τπτ εν εκτίμησες....

Εγώ που λες ο χαμουλιός, ο καραγκιόζης κι ο ζογκλέρ, έχω γυρω μου ανθρώπους που θέλω να πιστεύω πως με νοιάζονται. Ίσως να μην ξεκίνησαν να κάμνουν παρέα μαζί μου για τους σωστούς λόγους αλλά θέλω να πιστεύω ότι κατέληξαν να είναι φίλοι μου για τους πιο καλούς λόγους που μπορείς να σκεφτείς(αν μπορείς βέβαια να σκεφτείς έτσι πράμα γιατί εσύ εν έχεις φίλους και εν είσαι φίλος κανενός). Εσύ, ο βράχος που κρατά έναν επίπεδο και δεν κάμνει υποχωρήσεις για κανένα, ποιον έχεις γύρω σου;; Κανένα! Ούτεν καν εμένα το χαμουλιό!

Καληνύκτα αγαπημένε μου...

Σάββατο 26 Ιανουαρίου 2013

Ο λύκος που θρέφουμε μέσα μας...

Φανατική αναγνώστρια του Κοέλ(ι)ο δεν ήμουν ποτέ.Διάβασα 2-3 βιβλία του απλά για την εμπειρία και στο τέλος της διαδικασίας διακατεχόμουν πάντα από ένα αίσθημα ματαίωσης γιατί πάντα περίμενα από αυτόν  κάτι παραπάνω. Πρέπει να παραδεκτώ όμως ότι κάποια πράγματα που έγραψε με άγγιξαν. Όλως παραδόξως, ένα από αυτά δεν είναι το γνωστό για το σύμπαν που συνωμοτεί μαζί μας. Αν είχα να διαλέξω τι με άγγιξε περισσότερο, θα παράθετα το πιο κάτω :                 
  
" Ένα βράδυ ένας γέρος (ινδιάνος) της φυλής Τσερόκι, μίλησε στον εγγονό του για τη μάχη που γίνεται μέσα στην ψυχή των ανθρώπων. Είπε:

“Γιέ μου, η μάχη γίνεται μεταξύ δυο ‘λύκων’
που υπάρχουν μέσα σε όλους μας
Ο ένας είναι το Κακό. – Είναι ο θυμός, η ζήλια, η
θλίψη, η απογοήτευση, η απληστία, η αλαζονία,
η αυτολύπηση, η ενοχή, η προσβολή, η κατωτερότητα,
τα ψέματα, η ματαιοδοξία, η υπεροψία, και το εγώ.
Ο άλλος είναι το Καλό. – Είναι η χαρά, η ειρήνη, η
αγάπη, η ελπίδα, η ηρεμία, η ταπεινοφροσύνη,
η ευγένεια, ο ανθρωπισμός, η συμπόνοια, η
γεναιοδωρία, η αλήθεια.”
Ο εγγονός το σκέφτηκε για ένα λεπτό και μετά
ρώτησε τον παππού του: “Ποιος λύκος νικάει παππού;”
Ο γέρο- Ινδιάνος Τσερόκι απάντησε απλά:
“Αυτός που ταΐζεις.” 
Αφιερωμένο σ' εκείνους τους λιγοστούς και μετρημένους ανθρώπους της ζωής μου που δε συμπεριφέρονται σαν λύκοι που κατασπαράζουν πρόβατα...

Παρασκευή 11 Ιανουαρίου 2013

Live, love, forgive...

Είδα σε να περπατάς σκυφτός στο πεζοδρόμιο κρατώντας 1-2 βιβλία υπό μάλης. Κούτσαινες και τα σημάδια του χρόνου ήταν εμφανή πάνω στο ταλαιπωρημένο σου πρόσωπο. Φορούσες εκείνο το μαύρο δερμάτινο σακάκι που σε είδα δεκάδες φορές να φορείς. Ήσουν τόσο οικείος και τόσο ξένος ταυτόχρονα...

Για μια στιγμή αμφιταλαντεύτηκα. Να λουφάξω μέσα στο κάθισμα και να σε αφήσω να με προσπεράσεις; Να μείνεις στη ζωή μου αυτό που είσαι και για το πεζοδρόμιο, ένας περαστικός; Να ανοίξω άραγε την πόρτα του αυτοκινήτου και της ζωής μου και να σε αφήσω να μπεις;

Οι σκέψεις πέρασαν κι έφυγαν σε κλάσματα δευτερολέπτου. Δεν ξέρω πότε πρόλαβα να αποφασίσω και πότε βρέθηκα να σου σφίγγω το χέρι στο πεζοδρόμιο δίνοντας σου ευχές για τη νέα χρονιά. Η φωνή μου διέκοψε το ρυθμό σου. Το κουτσό σου περπάτημα σταμάτησε. Η αναπνοή σου κόπασε. Τα μάτια σου συναντήθηκαν με τα δικά σου. 

Περίμενα μια ανταπόκριση, ένα μορφασμό έστω στο ζαρωμένο σου πρόσωπο. Τίποτα. Σιωπή. Αμηχανία. Δε με αναγνώρισες! Απογοητεύτηκα. Σου εξήγησα ποια είμαι. Με ξανακοίταξες με ένα απλανές, απορημένο βλέμμα, μου χαμογέλασες από ευγένεια(ή αμηχανία). Σου ξανάδωσα το χέρι. "Καλή χρονιά!". Και ξανατράβηξε ο καθένας το δρόμο του.

"Εκφυλισμός του εγκεφάλου" είπε ωμά ο ξάδελφος, οταν αναφέρθηκα στη συνάντηση. "Φθορά του μνημονικού ίχνους" έλεγε κάποτε εκείνος ο ψηλόλιγνος μεσήλικας καθηγητής στο πανεπιστήμιο. Αμνησία. λήθη, Αλτσχάιμερ, γεράματα.. 

Κι εγώ που τόσο καιρό έκανα μακροσκελείς οργισμένους διαλόγους (μονολόγους για την ακρίβεια) με το μυαλό μου και σε κατσάδιαζα για όλα όσα συνέβησαν. Κι εγώ που καθόμουν εδώ χολιασμένη και τα έβαζα μαζί σου που με αδίκησες, που εκμεταλλεύτηκες την καλή μου διάθεση να σε βοηθήσω, που.. που...  Πόσο ανόητη ένιωσα να κρατάω κακία σε κάποιον που δε θυμάται πια καλά καλά το όνομά του!

Πόσο μάταια, πόσο ψεύτικα, πόσο πρόσκαιρα είναι τελικά όλα σ'αυτή τη ζωή;